Ποίηση - Ανθολόγιο

 

ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ ΤΙΤΟΣ

ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ
Οι στίχοι: σαν τα παιδιά!
Μέσα στα σπλάχνα μεγαλώνουν,
με μυστικούς θορύβους,
πονάνε μέσα μας,
αρρωσταίνουν,
παίρνουν απρόσμενα τ΄ανάστημά τους,
μια μέρα σηκώνουνε κεφάλι
ενάντια σε σένα που τους γέννησες-
όσο να φύγουν κάποτε οριστικά
και να μην είναι πια δικοί σου μόνο….
 



ΠΟΥΛΙΟΣ Λ.

Από τους ΄Ασχημους καιρούς

….Καιροί [] του χαμένου θάρρους/
κ΄ η Ποίηση στη μέση του γονατισμένου λαού!
 



ΡΟΥΣΣΟΣ ΤΑΣΟΣ

Από ανέκδοτα του ΄71

Οι λέξεις σκοτώνουν [] ό,τι σαλεύει ζωντανό μες στην καρδιά/. Γι΄αυτό και τα ποιήματα είναι νεκροταφεία.
 



Γιώργος ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Δεν είμαστε ποιητές» σημαίνει….

«Δεν είμαστε ποιητές», σημαίνει: φεύγουμε,/σημαίνει: εγκαταλείπουμε τον αγώνα,/ παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους,/τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου/και στη σκόνη του καιρού!/ Σημαίνει πως φοβούμαστε/και η ζωή μας έγινε ξένη,/ ο θάνατος βραχνάς!.

Από τα ποιήματα
(263) Η ποίηση [] δεν κοιμάται ποτέ!
(264) Το έργου του Καβάφη;.. Κάτι σαν κυπαρίσσι!

ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ ΜΙΛΤΟΣ

Ο στρατιώτης ποιητής

Δεν έχω γράψει ποιήματα
μέσα σε κρότους
μέσα σε κρότους
κύλησε η ζωή μου.

Την μια ημέρα έτρεμα
την άλλην ανατρίχιαζα
μέσ στο φόβο
μέσα στο φόβο.
πέρασε η ζωή μου.

Δεν έχω γράψει ποιήματα
δεν έχω γράψει ποιήματα
μόνο σταυρούς
σε μνήματα
καρφώνω!
 



ΣΕΦΕΡΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας.


Το ποίημα / μην το καταποντίζης στα βαθιά πλατάνια/ θρέψε το με το χώμα και το βράχο που έχεις…/ Τα περισσότερα/ σκάψε στον ίδιο τόπο να τα βρης.
 



ΣΟΛΩΜΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ


Η απόλυτη ύπαρξη του ποιήματος ας είναι πολυσήμαντη.

Θεμελιώδης ρυθμός του ποιήματος, [] από την αρχή ως το τέλος. το κοινό και το κύριο, [] συρριζωμένα και ταυτισμένα με τη γλώσσα. Ας εργάζεται (το ποίημα) αδιάκοπα για την αληθινήν ουσία. Εις τούτο θα φθάση [] με τρόπον απλό, πλούσιον όμως από δεσίματα, θρέφοντας τη μορφή με τύπους δημοτικούς.

Το ποίημα ας έχη ασώματη ψυχή.
 



ΣΠΑΝΕΑΣ

Ο ποιητής
Κρεμνά με επιμέλεια/ τα μέλη του επάνω σε καρδιά…/[] Ανάμεσα γνώσης και αθωότητας / απαξίωσης και πίστης/ κενού και απόγνωσης/χτίζει κάθε πρωί τη γέφυρα της αγάπης του.[]
Από τα δένδρα όλα μοιάζει [] πιο πολύ/ στο άφεγγο κυπαρίσσι.
Οι ρίζες του φυτρώνουν ανάστροφα!/ από τον ουρανό στο χώμα…[]
Τρυπιέται με την πέννα του/ αποσπά μια-μια τις λέξεις/ από τα πλευρά του σαν παϊδια!
Σαρώνει τα σαρίδια και την άμμο/ με της αναπνοής του τον κυκλώνα/ αναστυλώνει το φως/ με τις ομοβροντίες των πεποιθήσεών του!

-Ποίηση: [] να ξύσης με λέξεις/τα λέπια του κόσμου!

Ποίηση:[] να σε πιάνη πανικός/όταν κερδίζης κ΄ηδονή όταν χάνης!
Ποίηση:[] το χαμόγελο /της λάμψης κ΄η λάμψη του χαμόγελου…
 



ΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΡΙΣ

Η Ποίησις
Η Ποίησις χωρίς ντροπή
είν’ η συνείδησις το αίμα του εργάτη,
της Εποχής η Ποίησις
του λείπει…. νομίζω
Τόσο λοιπόν περήφανα είναι κάτι
μην αναγγέλλετε που κάπως σας χρειάζεται…
πως πέθανεν η Ποίησις, Αυτά,
γιατί θα μείνετε εφ΄όσον φυσικά
παντοτεινά δεχθήτε εξ αρχής
χωρίς συνείδηση- το ρόλο της Ποιήσεως.
πράγμα τουλάχιστον Αν όχι,
αδύνατον δεν πειράζει!
για σας τους χριστιανούς.. Η Ποίησις δε σβήνει
Μα και για σας μόνο και μόνον επειδή
τους άλλους, δεν τη χρειάζεται κανείς.
που λέτε ασυνείδητους Την χρειαζόμαστε
τους πονηρούς αστούς εμείς-
που πίνουνε κι αυτό της φθάνει!
 



Του Αγγέλου Σικελιανού

Λέει ο ποιητής, Λέω κ΄εγώ,
πως όταν νιώσης πως όταν νιώσης
τη μεγάλη αποστολή σου, την μεγάλη αποστολή σου,
η Ποίησης είναι πατρίδα, μένεις χωρίς πατρίδα,
και η Πατρίδα και η Πατρίδα
ποίησις. χωρίς Ποίηση.
 



ΦΩΤΙΑΔΗΣ,ΘΑΝΑΣΗΣ

΄Ήθελε να γνωρίση Ποιητή!
Από μικρός, πριν έρθουν στην πρωτεύουσα,
ότι αρχίσαν στο σχολειό λογοτεχνία,
του ήταν όνειρο γλυκό, ιδανικό,
να γνωρίση ένα ζωνταντό Ποιητή!
Μετά ήρθαν πόλεμοι, κατοχές, ανατροπές και άλλα,
και τ΄όνειρο καθυστερούσε.
΄Ωσπου ο πατέρας του-γνωστός κολλυβιστής-
αγόρασε ένα ρετιρέ στα Εξάρχεια,
και μείναν όλοι.
΄Ήθελε να γνωρίση Ποιητή…
του δώσαν απ΄το Υπουργείο τη διεύθυνση
του Μεγάλου Μεγάρου Διανοουμένων (Μ.Μ.Δ.)
Μπήκε στα μάρμαρα και στα γυαλιά και στα χαλιά
και προχωρούσε σύμφωνα τα βέλη:
Προς Πεζογράφους-αυτός αριστερά: Προς Ποιητάς___
Προς Κλασσικούς-αυτός αριστερά: Προς Συγχρόνους___
Προς Επικούς-αυτός αριστερά: Προς Λυρικούς____
Προς Ομοιοκαταλήκτους –αυτός αριστερά: Προς Ελευθεροστίχους
Προς Συμφωνούντας- αυτός αριστερά- Προς Διαφωνούντας…__
Ανοιξε μ΄ανείπωτη χαρά την πόρτα _______
και βρέθηκε αναπάντεχα στο δρόμο!
 



ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ ΠΑΝ.

Ισοπαλία
Ο θεός έκανε τη ζωή Ο θεός κάνει τον έρωτα
ο άνθρωπος την τιμή ο άνθρωπος την ελευθερία
κ΄ήρθανε ισοπαλία. κ΄έρχονται ισοπαλία.

Ο θεός θα κάνη το θάνατο
ο άνθρωπος την ποίηση
και θάρθουνε ισοπαλία.
 



ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΝΤΙΝΟΣ

Εγκαταλείπω την ποίηση

Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πη προδοσία, /δε θα πη ανοίγω ένα παράθυρο για τη συναλλαγή,/ τέλειωσαν πια τα πρελούντια,/ήρθε η ώρα του κατακλυσμού./΄Όσοι δεν είναι αρκετά κολασμένοι /πρέπει επιτέλους να σωπάσουν,/ να δουν με τι καινούργιους τρόπους μπορούν να απαυδήσουν στη ζωή,/ ν΄ανοίξουν χαρακώματα/ για να κυκλοφορή ο θάνατος/ σε όλο τους το σώμα.
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πη προδοσία,/να μη με κατηγορήσουν για ευκολία,/ πως δεν έσκαψα βαθιά,/πως δε βύθισα το μαχαίρι στα πιο γυμνά μου κόκκαλα./ όμως είμαι άνθρωπος κ΄εγώ. / επιτέλους κουράστηκα, πως το λένε/- κούραση πιο τρομαχτική από την ποίηση υπάρχει;// Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πη προδοσία/- βρίσκει κανείς τόσους τρόπους να επιμεληθή την καταστροφή του…
 



ΚΟΥΣΟΥΛΑΣ, ΛΟΥΚΑΣ

Θέλω προβάλειν....

...Εις το ερχόμενον [], εάν μου φθάση η ζωή
και η τύχη μου δώση αρκετήν ησυχίαν,
θέλω [] προβάλειν στίχους...(ΚΑΛΒΟΣ)

Και οι μεν στίχοι
δεν φάνηκαν πουθενά.
΄Οσοι όμως δύνονται
έξω από ποιήματα και διαβάζουν
τα σκοτεινά σχέδια μιας ζωής
που γέρασε χωρίς να λάβει αρκετή ησυχία,
φαντάζονται τί φοβερό
βόδι μάγγωσε τη φωνή του...

 



Β21. Ο ΠΟΙΗΤΗΣ: Ο χαμολιός!.. Ο μάταιος,/που επιμένει πάντα να γράψη στο νερό!..
 



Λάδης, Φώντας
΄Ενας ποιητής

: φαρδύ τραπέζι για όλους,[]
μεγάλο τζάκι για όλα τα παραμύθια,/[] κρεββάτι για όλα τα όνειρα,/[] καμίνι!..
 



ΜΟΝΤΗΣ Κ.

Είν΄ έτοιμοι, κύριοι, οι στίχοι που παραγγείλατε!/ Τρεις μέτριοι κ΄ ένας βαρύγλυκος!../ Ευχαριστώ!


Ξ έ ρ ο υ ν τι λέν οι στίχοι!
 



Τέλος Αγρας


Καημένο παιδί!..
Πλάγιασες με τα κοριτσάκια/πούχανε μπούκλες και μαλλάκια ξανθά, πλαγγόνες από κερί κι από μεταξωτά θροϊσματα/ μέσα στα δάχτυλα που σκαλίζαν στίχους!../ Το καπέλλο σου κυνηγάει ακόμα τα μάτια μου./ λίγες τούφες τρελλές απ΄τα μαλιά σου ανεμίζαν/ - περπατούσες άσκοπα, ποιητής από δωκαι πέρα, μες στους δρόμους,/ έγραφες άσκοπα,/πικραινόσουν γιατί το ωμολογούσες,/ γιατί σ΄είχαν ξεγελάσει οι Παπαδιαμαντόπουλοι, /γιατί σ΄είχε μεθύσει το μικρό τραγούδι/ στα χαγιάτια, στα σκαλιά, στην αυλή...
Καημένο παιδί!.
΄Ηταν το καλάμι σου λιανό και σε πρόδωσε./ πήρες λίγο χώμα αττικό να ραντίσης τους στίχους, /τετράστιχα γιομάτα παράπονα,/ ανάερα μπουλούκια από εσπερινές μαθήτριες!./ Σε κυνηγούσαν τα γαρούφαλα,/ κυνηγούσες τις μυγδαλιές του Γενάρη,/ και πάθενες τόσο νέος, /σαν ένα ήρεμο κλωνί!..
Εφυγες όταν είχαμε χάσει τα βήματά μας,/ περαστικός κ΄εσύ απ΄τη μάχη./ Σε σκέπασαν οι φωνές και τα επεισόδια/- κάτω από ολάκερες στιγμές κοιμήθηκε η ανάμνησή σου./ Δε σε ξεχάσαμε./ έχουμε δουλειά βαρειά μες στα τραγούδια/.
 



ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ Ν.
ΠΟΙΗΣΗ ΄48
Τούτη η εποχή/του εμφυλίου σπαραγμού/ δεν είναι εποχή/για ποίηση κι άλλα παρόμοια./ Σαν πάη κάτι/να /γραφή,/είναι/ωσάν/ να γράφονταν/από την άλλη μεριά/αγγελτηρίων/ θανάτου.
Γι΄αυτό και/ τα ποιήματά μου/ είν΄τόσο πικραμένα/- και πότε, άλλωστε, δεν ήσαν;-/ κ΄ είναι/-προ πάντων- /και/τόσο λίγα.
 



Νέα περί του θανάτου του ισπανού ποιητού
Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα
στις 19 Αυγούστου του 1936 μέσα στο χαντάκι του Καμίνο ντε λα Φουέντε
Η τέχνη κ΄η ποίηση δεν μας βοηθούν να ζήσουμε. /Η τέχνη και η ποίησις μας βοηθούσε/ να πεθάνουμε.// Περιφρόνησις απόλυτη/αρμόζει/σ΄όλους αυτούς τους θόρυβους,/τις έρευνες,/τα σχόλια επί σχολίων,/που κάθε τόσο ξεφουρνίζουν /αργόσχολοι και ματαιόδοξοι γραφιάδες,/γύρω από τις μυστηριώδικες κ΄αισχρές συνθήκες/ της εκτελέσεως του κακορίζικου του Λόρκα/υπό των φασιστών.//Μα επιτέλους πια ο καθείς γνωρίζει /πως/ από καιρό τώρα/-και προπαντός στα χρόνια τα δικά μας, τα σακάτικα-/είθισται/να δολοφούν/τους ποιητάς.
 



Α. ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ

Ο Ανδρέας Μπετόν
Ασύγκριτο πουλί της οικουμένης/στέκεις σαν κρύσταλλο στην κορυφή/των υψηλών Ιμαλαϊων/ με στιλβηδόνα και με σθένος και με πάθος/καταμεσίς στον βράχο της σποριάς σου!!//Ηρωικό πουλί της οικουμένης /που μοιάζεις σαν αρχάγγελος και λέων/δεν ταξινόμησες ποτέ καμμιά φενάκη,/μα την φωνή σου σήκωσες στην γαλανήν αιθρία!//Φανατικό πουλί της οικουμένης/γερό στην πάλη και πολύκαρπο στην σημασία/όρθιο μες στα φτερά/σου ανοιγοκλείνεις /πάντα με βεβαιότητα το μάτι!

Από τον Πλόκαμο της Αλταμίρας
3. Η ποίησις είναι ανάπτυξη στίλβοντος ποδηλάτου. Μέσα της όλοι μεγαλώνουμε. Οι δρόμοι είναι λευκοί. Τ΄άνθη μιλούν. Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά μικρούτσικες παιδίσκες. Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος.
 



ΘΕΜΕΛΗΣ,ΓΙΩΡΓΟΣ
Ελεγείο μοναχικό του Ανδρέου Κάλβου
Λησμονημένος ταξιδευτής
Οδοιπορώντας μες από νύχτες κι ασάλευτους ποταμούς
ήρθες το φλογερό ξημέρωμα, που τ΄ άναψαν.
μες στου χειμώνα την καρδιά εντάφια περιστέρια.
Πικρός κι αλύγιστος.
Μιλούσες μια γλώσσα κατάστικτη σαν τα σπασμένα μάρμαρα
και δε φορούσες παρά μονάχα μαύρα-το πένθος της μοναξιάς.
Αγνάντευες ψηλά τα ηώα κάγκελα και πήδαγε η καρδιά σου
από κορφή σε κορυφή, από ένα βουνόν εις άλλο,
και γύρευε να πλήξη με κλαγγή γενναίου πουλιού τα σύγνεφα.
Καστάλιε κύκνε!
Μοναχικά κι απρόσιτα μες στην κλειστή σου θλίψη,
ποιά οδύνη σου έσκαφτε το στήθος και τόκανε να ηχεί
όχι σαν ήχος λυπημένου αυλού, σαν πτερωτή βροντή;
Θανάσιμε τοξότη, που σκοπεύεις μ΄εύστοχον χείρα!
Εραστή του καθαρού γαλάζιου και του ψηλού γκρεμού,
άσε ν΄αγγίσω την καμπύλη σου σαν ένας βέβηλος-
κι ας μου καούν τα δάχτυλα, κ΄η γλώσσα ας μου κοπή!..
Δεν ήσουνα για να πατής στη γή.
να τριγυρνάς ήσουν μ΄αετούς και λέοντας στους κήπους των Πιερίδων!
Εκεί που φέγγει ερατεινή η πρώτη αρχή της μέρας
και που καπνός δεν έθλιψε ποτέ το γαλάζιο των αιθέρων.
Και να χτυπάς και να συντρίβης,
μίαν προς μίαν της λύρας τις χορδές όλες,
και να ξυπνάη η Μούσα η Αρετή μες απ΄την κλίνη των ανέμων
αμάργαρη κι ολόγυμνη, και να σε παίρνη απάνω
μέσα εις το χάος αμέτρητον των ουρανίων ερήμων.
Μυρτιά φέρνω και κλαδιά κυπαρίσσου.
Μα που να βρω τον ίσκιο σου, την ταπεινή σου οθόνη,
που σφιχτοκλεί της στάχτης σου εις ξένην γην τον ύπνο;;
Ισως να την επήρε ένας βοριάς και να την έχη γκόλφι,
ίσως να την επήρε πίσω η γη σε πέτρινο κρεββάτι,
κάτω από τα ήσυχα παγωμένα πτερά της βαθιάς νύχτας,
να μη ακούη τ΄αφρίζοντα ποτήρια μες σε καπνούς και φλόγας,
τον βίαιο άνεμο που χτυπά και σχίζει τα παράθυρα!
 



Ν. ΚΑΡΟΥΖΟΣ
Από τον Υπνόσακκο
49. Τα ποιήματα: δρόμος!

Ο ποιητής έχει στα μάτια του το αρχέτυπο και ξέρει πως η φύση δεν οργίζεται, πραγματικά, ούτε με την όποια καταιγίδα. Ο ποιηματογράφος έχει στα μάτια του το εγώ του και παίρνει στα σοβαρά τα δάκρυά του. Φυσικό να φοβάται λοιπόν το βρυχηθμό των ερωτημάτων, την ίδια στιγμή που ο ποιητής ποιμαίνει τα ερωτήματα με την απόκριση που είναι ο ίδιος.
Ο ποιητής ολάκερος μπαίνει στα προβλήματα, ο ποιηματογράφος περνά πλάι απ΄τα προβλήματα. Γι αυτό διατυπώθηκε μια μέρα ο καημός: «Εχετε την ιδέα πως κάνετε ποίηση, όταν το αίμα σας είναι καλά σιγουρεμένο στις φλέβες;..»
Ο ποιητής έχει πάντα μες στην ψυχή του την ευλάβεια, ενώ οι ευλαβείς δεν έχουν πάντα μες στην ψυχή τους την ποίηση.

Από τα Πενθήματα
Καινούργιο φέρετρο η καινούργια μέρα.
Μακάριος ο Διονύσιος κόμης Σολωμός/άγων φάος αγνόν απ΄το αλωνάκι. μακάριος/ όταν έπαυε να γράφη/κ΄έγραφε μέσα-μέσα στην ψυχή του / πίνοντας!

 


ΦΟΥΦΑΣ ΝΙΚΟΣ

 

 

t    Αρχική σελίδα Το σχολείο Ιστορικό Δραστηριότητες ΑΕΙ-ΤΕΙ Διακρίσεις Notre école  Our school  Unsere schule  u